Δικαιολογημένη οργή και αντιδράσεις για τη μεροληπτικότητα της απόφασης του ΣτΕ για τους δικαστικούς και τους ενστόλους.
Η απόφαση του ΣτΕ για το μισθολόγιο των γιατρών ΕΣΥ, ιδιαίτερα κατά το σκέλος που περιορίζει την αναδρομικότητα μόνο στους προσφεύγοντες, έχει προκαλέσει δικαιολογημένη οργή και αντιδράσεις για τη μεροληπτικότητα έναντι της ανάλογης απόφασης του ΣτΕ για τους δικαστικούς και τους ενστόλους.
Αρκετοί συνάδελφοι ισχυρίζονται πως σε περίπτωση κατά την οποία, αντί της πιλοτικής δίκης, επιλέγαμε 21.000 ατομικές προσφυγές δεν θα οδηγούμασταν σε αποκλεισμό χιλιάδων συναδέλφων από την αναδρομικότητα.
Αναμφίβολα πρόκειται για σωστή σκέψη. Πάσχει όμως σε ένα θεμελιώδες σημείο: παραβλέπει πως οι δικαστές του ΣτΕ έχουν τη δυνατότητα να επικαλούνται σε όμοιες περιπτώσεις διαμετρικά αντίθετα επιχειρήματα. Είναι άκρως ενδεικτική η περίπτωση της μειοψηφίας που διατυπώθηκε στην περίπτωση της προσφυγής των Πανεπιστημιακών. Στην προκειμένη περίπτωση μέλη του ΣτΕ εισηγήθηκαν να μην υπάρχει αναδρομικότητα ούτε για τους προσφεύγοντες!
Δείτε το σχετικό απόσπασμα:
«..Μειοψήφησαν οι Σύμβουλοι Α. Χριστοφορίδου και Κ. Κουσούλης, ειδικώς, ως προς το ζήτημα της αναδρομικότητας της διαγνωσθείσας αντισυνταγματικότητας για τους ενάγοντες και όσους έχουν ασκήσει ένδικα μέσα ή βοηθήματα κατά το χρόνο δημοσίευσης της παρούσας απόφασης, οι οποίοι διετύπωσαν την ακόλουθη άποψη: Εν όψει όσων έγιναν δεκτά ανωτέρω, οι συνέπειες των αποτελεσμάτων της απαγγελλόμενης από το Δικαστήριο αντισυνταγματικότητας των ως άνω διατάξεων πρέπει να επέλθουν από το χρόνο δημοσίευσης της παρούσης αποφάσεως, χωρίς καμία εξαίρεση, δηλ. αποκλειομένης της καταβολής χρηματικών αξιώσεων τόσο στους ενάγοντες, όσο και σε εκείνους, οι οποίοι έχουν τυχόν ασκήσει σχετική αγωγή πριν από τη δημοσίευση της παρούσης αποφάσεως».
Συνεπώς είναι πολύ πιθανό, σε περίπτωση που είχαν προσφύγει στα δικαστήρια 21.000 γιατροί του ΕΣΥ, το ΣτΕ επικαλούμενο την «οξυμμένη δημοσιονομική κρίση και την κοινώς γνωστή ταμειακή δυσχέρεια του ελληνικού κράτους» να αποφάσιζε ότι δεν υφίσταται αναδρομικότητα για κανένα εκ των προσφευγόντων.
Οι Ενώσεις Γιατρών οφείλουν να καθοδηγήσουν σωστά τους συναδέλφους, ώστε όσοι επιθυμούν να καταθέσουν ομαδικές προσφυγές στα Διοικητικά Δικαστήρια, να μη δεσμεύονται με υπέρογκα ποσοστά και επαχθείς όρους από τα δικηγορικά γραφεία. Ταυτόχρονα η ΟΕΝΓΕ οφείλει να διαβουλευτεί με τους νομικούς της παραστάτες τη δυνατότητα ανατροπής της απόφασης του ΣτΕ στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Κυρίως όμως η ΟΕΝΓΕ οφείλει, τώρα που ξεκίνησε η διαπραγμάτευση για την επικαιροποίηση της κλαδικής συμφωνίας, να θέσει στο τραπέζι την αποκατάσταση των μισθών στα επίπεδα που προσδιόριζε η κλαδική συμφωνία του 2008 και ο νόμος 3754/2009.
Καθαρά. Χωρίς μισόλογα και ταλαντεύσεις…
ΠΗΓΗ: Ygeianet