Δείκτης αυξημένου καρδιαγγειακού κινδύνου η στυτική δυσλειτουργία
Η στυτική δυσλειτουργία αποτελεί δείκτη αυξημένου καρδιαγγειακού κινδύνου, ανεξάρτητα από άλλους παράγοντες κινδύνου που μπορεί να έχει ένας άνδρας όπως υψηλή χοληστερίνη, υπέρταση ή κάπνισμα, επιβεβαιώνει μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Διαπιστώθηκε ότι όσοι ανέφεραν στυτική δυσλειτουργία, είχαν κατά μέσο όρο υπερδιπλάσια πιθανότητα να πάθουν έμφραγμα, καρδιακή ανακοπή, αιφνίδιο καρδιακό θάνατο και εγκεφαλικό (θανατηφόρο ή μη). Το 6,3% των ανδρών με στυτική δυσλειτουργία είχαν κάποιο τέτοιο καρδιαγγειακό επεισόδιο, έναντι ποσοστού μόνο 2,6% μεταξύ των ανδρών που δεν είχαν τέτοιο πρόβλημα.
Οι επιστήμονες δήλωσαν ότι η δυσλειτουργία της στύσης αποτελεί σημαντικό σημάδι που μπορεί να καθοδηγήσει τους καρδιολόγους να εκτιμήσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο σε ανθρώπους μέσης ηλικίας. Πέρυσι η Βρετανία ενσωμάτωσε επίσημα τη στυτική δυσλειτουργία στον αλγόριθμο που χρησιμοποιείται από τους βρετανούς γιατρούς για να αξιολογούν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο ενός άνδρα σε βάθος δεκαετίας.
Στυτική δυσλειτουργία θεωρείται η ανικανότητα ενός άνδρα να πετύχει ή να διατηρήσει στύση, έτσι ώστε να έχει μια ικανοποιητική σεξουαλική επαφή, κάτι που συμβαίνει σχεδόν στο 20% των ανδρών άνω των 20 ετών, σύμφωνα με τη μελέτη.
Η καρδιαγγειακή νόσος και η στυτική δυσλειτουργία έχουν αρκετούς κοινούς παράγοντες κινδύνου, όπως την παχυσαρκία, την υπέρταση, το κάπνισμα, το διαβήτη και το μεταβολικό σύνδρομο.
«Τα ευρήματά μας αποκαλύπτουν ότι η στυτική δυσλειτουργία είναι από μόνη της ένας ισχυρός προγνωστικός δείκτης για τον καρδιαγγειακό κίνδυνο» δήλωσε ο Μπλάχα. Όπως είπε, αν ένας άνδρας αναζητά θεραπεία για στυτική δυσλειτουργία, τότε θα πρέπει παράλληλα να εξετασθεί από καρδιολόγο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ